Καλημέρα σου Αθήνα
Καλημέρα σου Αθήνα,
καλό σου πρωί
στην κομψή σου βιτρίνα ξεκινά η ζωή
Η δική μας παρέα
είναι όνειρα ωραία,
η ζωή μας ανήκει
Ωχ...
το νερό, το φως, το νοίκι
Ω λαλα, Ω λαλα, Ω λαλα,
οι δουλειές μας θα πάνε καλά,
ξεκινήστε γεμάτοι χαρά,
ξεκινήστε
Σας καλμάρει τα νεύρα η ουρά
και μετά,
προχωρήστε
Ω λαλα, Ω λαλα, Ω λαλα,
οι δουλειές μας θα πάνε καλά
οι δουλειές μας θα πάνε καλά
Questa canzone - composta da Mimis
Plessas con i testi di Ghiorgos Ikonomidis è tratta da un famoso musical degli
anni sessanta, che si chiamava appunto Καλημέρα
σου Αθήνα, diretto dal regista greco Grigoris Grigoriou.
Καλημέρα σου : Buon giorno (a te)
καλό σου πρωί : un buon mattino a te
στην κομψή σου βιτρίνα : nella tua elegante (κομψός, κομψή, κομψό) vetrina
ξεκινά : ha inizio (ξεκινάω, ξεκινώ)
η ζωή : la vita
Η δική μας : la nostra
παρέα: comitiva, compagnia
είναι : sono (3 pers. pl.)
[ma anche “è”]
όνειρα ωραία : bei (ωραίος, ωραία, ωραίο) sogni (το
όνειρο)
η ζωή : la vita
μας ανήκει : ci appartiene (ανήκω)
το
νερό
: l'acqua
το φως : la luce
το νοίκι : l'affitto
οι δουλειές μας : i nostri lavori (η δουλειά)
θα πάνε : andranno (θα indica il futuro del verbo,
esattamente come il "will" inglese) - (πάω, πηγαίνω)
καλά : bene (avv. dell'aggettivo καλός, καλή, καλό)
ξεκινήστε : partite, iniziate (ξεκινάω, ξεκινώ)
γεμάτοι χαρά : pieni (γεμάτος, γεμάτη, γεμάτο) di gioia (η χαρά)
Σας καλμάρει : vi calma (καλμάρω)
τα νεύρα : i nervi (το νεύρο)
η ουρά : la coda
και : e
μετά : dopo
προχωρήστε : andate avanti (προχωράω, προχωρώ)
ξεκινάω, ξεκινώ |
ξεκινάμε, ξεκινούμε |
ξεκινάς |
ξεκινάτε |
ξεκινάει, ξεκινά |
ξεκινάν(ε), ξεκινούν(ε) |
ανήκω |
ανήκουμε |
ανήκεις |
ανήκετε |
ανήκει |
ανήκουν(ε) |
είμαι | είμαστε |
είσαι | είστε είσαστε |
είναι | είναι |
πάω, πηγαίνω |
πάμε, πηγαίνουμε |
πας, πηγαίνεις |
πάτε, πηγαίνετε |
πάει, πηγαίνει |
πάνε, παν, πηγαίνουν(ε) |
καλμάρω | καλμάρουμε |
καλμάρεις | καλμάρετε |
καλμάρει | καλμάρουν(ε) |
προχωράω, προχωρώ |
προχωράμε, προχωρούμε |
προχωράς |
προχωράτε |
προχωράει, προχωρά |
προχωράν(ε), προχωρούν(ε) |